Μανιασμένος στα λετονικά

Μετάφραση: μανιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
negants, nežēlīgs, nikns, stiprs, spēcīgs, Putnu, mežonīgi, neprātīgi
Μανιασμένος στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιασμένος

μανιασμένος λεξικό γλώσσας λετονικά, μανιασμένος στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • μανεκέν στα λετονικά - šablons, manekena, mannequin, manekenam
  • μανιακός στα λετονικά - maniaks, Maniac, manjaks, maniaku
  • μανιβέλα στα λετονικά - kloķis, kloķa, crank, īpatnis, vaļīgs
  • μανικέτι στα λετονικά - aproce, aproces, aproci, cuff, manšete
Τυχαίες λέξεις
Μανιασμένος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: negants, nežēlīgs, nikns, stiprs, spēcīgs, Putnu, mežonīgi, neprātīgi