Μοιραίος στα γερμανικά
Μετάφραση: μοιραίος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schicksalhaft, tödlich, letal, schwerwiegend, giftig, schlimm, katastrophal, fatal, tödlichen, tödliche, fatale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιραίος
μοιραίος εραστής, μοιραίος έρωτας, μοιραίος ερωτας, μοιραίος λεξικό γλώσσας γερμανικά, μοιραίος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μοιράζομαι στα γερμανικά - anteilig, kontribution, beitrag, beteiligung, anteil, quote, pflugschar, ...
- μοιράζω στα γερμανικά - steuern, menge, teil, getrennt, überlegen, lenken, zersplittern, ...
- μοιρασμένος στα γερμανικά - verteilt, geteilt, Windmühlen, Mühlen, Windräder, windmills
- μοιρογνωμόνιο στα γερμανικά - winkelmesser, Winkelmesser, Messer, protractor, Winkelmessers
Τυχαίες λέξεις
Μοιραίος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schicksalhaft, tödlich, letal, schwerwiegend, giftig, schlimm, katastrophal, fatal, tödlichen, tödliche, fatale
Μεταφράσεις: schicksalhaft, tödlich, letal, schwerwiegend, giftig, schlimm, katastrophal, fatal, tödlichen, tödliche, fatale