Μοιραίος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μοιραίος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фатальны, фатальнай, рокавай, ракавой, ракавы
Μοιραίος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιραίος

μοιραίος εραστής, μοιραίος έρωτας, μοιραίος ερωτας, μοιραίος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μοιραίος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μοιράζομαι στα λευκορωσικά - доля ў, дзель у, дзель
  • μοιράζω στα λευκορωσικά - аддаць, аддаваць, здзелка, ўгода, пагадненне, угода, зьдзелка
  • μοιρασμένος στα λευκορωσικά - ветракі, ветраныя млыны, вятракі, вятрака
  • μοιρογνωμόνιο στα λευκορωσικά - транспарцір, транспартуецца
Τυχαίες λέξεις
Μοιραίος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: фатальны, фатальнай, рокавай, ракавой, ракавы