Μοιραίος στα εσθονικά
Μετάφραση: μοιραίος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saatuslik, tapvalt, surmav, surmatoov, fataalne, surmaga lõppenud, surmaga lõppevate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιραίος
μοιραίος εραστής, μοιραίος έρωτας, μοιραίος ερωτας, μοιραίος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μοιραίος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μοιράζομαι στα εσθονικά - aktsia, jagama, osa, osakaal, osale, osatähtsus
- μοιράζω στα εσθονικά - tehing, lõhe, jagama, osa, poolitatud, aktsia, jagamine, ...
- μοιρασμένος στα εσθονικά - jagatud, tuulikud, tuuleveskid, tuulikute, tuulikuid, tuuleveskite
- μοιρογνωμόνιο στα εσθονικά - nurgamõõtur, mall, pikalevenitaja, protractor, protraktori, nurgamõõtjaga
Τυχαίες λέξεις
Μοιραίος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: saatuslik, tapvalt, surmav, surmatoov, fataalne, surmaga lõppenud, surmaga lõppevate
Μεταφράσεις: saatuslik, tapvalt, surmav, surmatoov, fataalne, surmaga lõppenud, surmaga lõppevate