Μοιραίος στα τούρκικα
Μετάφραση: μοιραίος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
öldürücü, zehirli, ölümcül, fatal, ölümcül bir, ölüm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιραίος
μοιραίος εραστής, μοιραίος έρωτας, μοιραίος ερωτας, μοιραίος λεξικό γλώσσας τούρκικα, μοιραίος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μοιράζομαι στα τούρκικα - pay, payı, içindeki payı, yılında gerçekleşen hisse, nda gerçekleflen hisse
- μοιράζω στα τούρκικα - yarılmak, miktar, bölünme, pay, anlaşma, bir anlaşma, deal, ...
- μοιρασμένος στα τούρκικα - yel değirmenleri, yeldeğirmenleri, windmills, yel değirmeni, değirmenler
- μοιρογνωμόνιο στα τούρκικα - iletki, açıölçer, protractor, İletkinin, açı ölçer
Τυχαίες λέξεις
Μοιραίος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: öldürücü, zehirli, ölümcül, fatal, ölümcül bir, ölüm
Μεταφράσεις: öldürücü, zehirli, ölümcül, fatal, ölümcül bir, ölüm