Αισθητός στα δανικά
Μετάφραση: αισθητός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mærkbar, opfattes, synlig, tydelig, mærkbare
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισθητός
αισθητόσ κόσμοσ, αισθητός ορίζοντας, αισθητός συνώνυμο, αισθητός σημασία, αισθητός στα αγγλικά, αισθητός λεξικό γλώσσας δανικά, αισθητός στα δανικά
Μεταφράσεις
- αισθητήριος στα δανικά - sensorisk, sensoriske, organoleptisk, sanselige, sanse
- αισθητικός στα δανικά - æstetiker, aesthetician, Æsthetikers, esthetician
- αισιοδοξία στα δανικά - optimisme, optimismen, optimistisk, optimisme med
- αισιόδοξος στα δανικά - optimistisk, optimistiske, optimisme, optimistisk med
Τυχαίες λέξεις
Αισθητός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mærkbar, opfattes, synlig, tydelig, mærkbare
Μεταφράσεις: mærkbar, opfattes, synlig, tydelig, mærkbare