Γευματίζω στα δανικά

Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spise, spise middag, at spise, spiser, spis
Γευματίζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γευματίζω

γευματίζω λεξικό γλώσσας δανικά, γευματίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γερουσιαστής στα δανικά - senator, senatoren, senatet, senatorens
  • γερός στα δανικά - tyk, fast, lyd, hoppende, hoppe, hoppen, at hoppe, ...
  • γευστικός στα δανικά - velsmagende, lækker
  • γεφυρώνω στα δανικά - bro, Bridge, broen
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spise, spise middag, at spise, spiser, spis