Γευματίζω στα τσεχικά
Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
večeřet, obědvat, stolovat, najíst, povečeřet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γευματίζω
γευματίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, γευματίζω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- γερουσιαστής στα τσεχικά - senátor, Senator, senátorem, senátora, senátorka
- γερός στα τσεχικά - tón, velký, zdatný, hlas, troubit, zdravý, zvuk, ...
- γευστικός στα τσεχικά - chutný, pikantní, chutné, chutná, chutnou, tasty
- γεφυρώνω στα τσεχικά - most, můstek, bridž, mostě, bridge, mostem
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: večeřet, obědvat, stolovat, najíst, povečeřet
Μεταφράσεις: večeřet, obědvat, stolovat, najíst, povečeřet