Γευματίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
äta, dine, äta middag, ät, äter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γευματίζω
γευματίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, γευματίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- γερουσιαστής στα σουηδικά - senator, senatorn, senatoren, sena
- γερός στα σουηδικά - kraftig, solid, ljuda, fast, låta, ljud, korpulent, ...
- γευστικός στα σουηδικά - välsmakande, smaklig, läckra, god, smakrik
- γεφυρώνω στα σουηδικά - bro, bron, bryggan, brygga
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: äta, dine, äta middag, ät, äter
Μεταφράσεις: äta, dine, äta middag, ät, äter