Γευματίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
illastaa, ruokailla, syödä, aterioida, dine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γευματίζω
γευματίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, γευματίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- γερουσιαστής στα φινλανδικά - senaattori, Senator, senaattorin, senaattorina, senaattoriksi
- γερός στα φινλανδικά - terve, voimakas, kukkea, roteva, perusteltu, helkkyä, tukeva, ...
- γευστικός στα φινλανδικά - hyvä, maukas, herkullinen, maukasta, maukkaita, tasty, herkullisia
- γεφυρώνω στα φινλανδικά - silta, sillan, bridge, siltaa, sillalla
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: illastaa, ruokailla, syödä, aterioida, dine
Μεταφράσεις: illastaa, ruokailla, syödä, aterioida, dine