Γευματίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
харчуватися, пообідати, обідайте, обідати, запросити, запросити на
Γευματίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γευματίζω

γευματίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γευματίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • γερουσιαστής στα ουκρανικά - сенатор
  • γερός στα ουκρανικά - стійкий, здібний, кремезний, сильний, товстий, грабує, звук, ...
  • γευστικός στα ουκρανικά - смачний, приємний, витончений, смачно, смачну, найсмачніший, смачна
  • γεφυρώνω στα ουκρανικά - перекривати, перенісся, підлога, перемичка, міст, мост
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: харчуватися, пообідати, обідайте, обідати, запросити, запросити на