Γευματίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: γευματίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jantar, ruído, comer, jante, refeições, suas refeições
Γευματίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γευματίζω

γευματίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γευματίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • γερουσιαστής στα πορτογαλικά - senador, Senator, senadora, O senador, do senador
  • γερός στα πορτογαλικά - resistente, história, abismar, andar, som, sondo, são, ...
  • γευστικός στα πορτογαλικά - saboroso, gostoso, saborosa, tasty, deliciosos
  • γεφυρώνω στα πορτογαλικά - pontes, ponte, ponte de, bridge, ponte do, da ponte
Τυχαίες λέξεις
Γευματίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: jantar, ruído, comer, jante, refeições, suas refeições