Διαπερνώ στα δανικά
Μετάφραση: διαπερνώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
trænge, trænge ind, trænger, trænge igennem, gennemtrænge
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπερνώ
διερευνώ συνώνυμα, διαπερνώ συνωνυμα, διαπερνώ συνώνυμο, διαπερνώ λεξικό γλώσσας δανικά, διαπερνώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαπεραστικός στα δανικά - skingrende, skinger, skingre, skærende, skingert
- διαπερατότητα στα δανικά - permeabilitet, permeabiliteten, gennemtrængelighed, gennemtrængeligheden
- διαπιστεύω στα δανικά - akkreditere, godkende, godkender, akkrediterer, godkende et
- διαπιστώνω στα δανικά - oprette, note, notat, efterretning, til efterretning, bemærkning
Τυχαίες λέξεις
Διαπερνώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: trænge, trænge ind, trænger, trænge igennem, gennemtrænge
Μεταφράσεις: trænge, trænge ind, trænger, trænge igennem, gennemtrænge