Ικρίωμα στα δανικά

Μετάφραση: ικρίωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stillads, stilladset, scaffold, skelet, skafottet
Ικρίωμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικρίωμα

ικρίωμα ετυμολογία, ικρίωμα rack, προωθούμενο ικρίωμα, ικρίωμα σημαίνει, ικρίωμα ορισμός, ικρίωμα λεξικό γλώσσας δανικά, ικρίωμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ικεσία στα δανικά - bøn, påkaldelse, ydmyge, supplication, anråbelse
  • ικετεύω στα δανικά - bede, beg, starten, i beg, tigge
  • ιλυώδης στα δανικά - sludgy, kalk i
  • ιλύς στα δανικά - dynd, mudder, spildevand, kloakspildevand, spildevandet, rensningsanlæg, kloakvand
Τυχαίες λέξεις
Ικρίωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stillads, stilladset, scaffold, skelet, skafottet