Ικρίωμα στα σουηδικά
Μετάφραση: ικρίωμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
schavott, galge, byggnadsställning, scaffold, schavotten, ställnings, klätterställning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικρίωμα
ικρίωμα ετυμολογία, ικρίωμα rack, προωθούμενο ικρίωμα, ικρίωμα σημαίνει, ικρίωμα ορισμός, ικρίωμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ικρίωμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ικεσία στα σουηδικά - bön, supplication, åkallan, åkalla, ödmjuk bön
- ικετεύω στα σουηδικά - tigga, bettla, beg, början, i början
- ιλυώδης στα σουηδικά - grumlig, slam, markbädd, slammig
- ιλύς στα σουηδικά - sediment, avlagring, dy, avloppsvatten, avlopp, avlopps, avloppsvattnet, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικρίωμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: schavott, galge, byggnadsställning, scaffold, schavotten, ställnings, klätterställning
Μεταφράσεις: schavott, galge, byggnadsställning, scaffold, schavotten, ställnings, klätterställning