Ικρίωμα στα ιταλικά

Μετάφραση: ικρίωμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ponteggio, impalcatura, patibolo, scaffold, palco
Ικρίωμα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικρίωμα

ικρίωμα ετυμολογία, ικρίωμα rack, προωθούμενο ικρίωμα, ικρίωμα σημαίνει, ικρίωμα ορισμός, ικρίωμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, ικρίωμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ικεσία στα ιταλικά - supplica, supplicazione, suppliche, di supplica, la supplica
  • ικετεύω στα ιταλικά - mendicare, implorare, questuare, elemosinare, Beg, di Beg
  • ιλυώδης στα ιταλικά - fangoso, torbido, sludgy, fanghi, fangosa, limaccioso
  • ιλύς στα ιταλικά - fango, sedimento, melma, liquame, depurazione, acque reflue, di depurazione, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικρίωμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ponteggio, impalcatura, patibolo, scaffold, palco