Ικρίωμα στα πολωνικά
Μετάφραση: ικρίωμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szafot, szkielet, estrada, szubienica, rusztowanie, rusztowania, rusztowań, scaffold
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικρίωμα
ικρίωμα ετυμολογία, ικρίωμα rack, προωθούμενο ικρίωμα, ικρίωμα σημαίνει, ικρίωμα ορισμός, ικρίωμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ικρίωμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ικεσία στα πολωνικά - błaganie, suplika, prośba, zastosowanie, suplikacja, supplication
- ικετεύω στα πολωνικά - wybłagać, żebrać, błagać, zebrać, dopraszać, prosić, beg, ...
- ιλυώδης στα πολωνικά - błotnisty, mętny, ciemny, mulisty, pokryty krą
- ιλύς στα πολωνικά - nanos, osadzenie, osadzanie, muł, błoto, osad, borowina, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικρίωμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szafot, szkielet, estrada, szubienica, rusztowanie, rusztowania, rusztowań, scaffold
Μεταφράσεις: szafot, szkielet, estrada, szubienica, rusztowanie, rusztowania, rusztowań, scaffold