Ικρίωμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: ικρίωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
épületállvány, vérpad, nyújtóállvány, állványzat, vesztőhely, állvány, scaffold, állványt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικρίωμα
ικρίωμα ετυμολογία, ικρίωμα rack, προωθούμενο ικρίωμα, ικρίωμα σημαίνει, ικρίωμα ορισμός, ικρίωμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ικρίωμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ικεσία στα ουγγρικά - könyörgés, könyörgéssel, könyörgésben, könyörgéstekben, a könyörgés
- ικετεύω στα ουγγρικά - könyörög, Beg, koldulni, bég, koldulásra
- ιλυώδης στα ουγγρικά - sárgás, érdes, sáros, iszapok, iszapos, lucskos
- ιλύς στα ουγγρικά - szennyvíz, szennyvíztisztító, csatorna, szennyvíziszap
Τυχαίες λέξεις
Ικρίωμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: épületállvány, vérpad, nyújtóállvány, állványzat, vesztőhely, állvány, scaffold, állványt
Μεταφράσεις: épületállvány, vérpad, nyújtóállvány, állványzat, vesztőhely, állvány, scaffold, állványt