Κατακλυσμός στα δανικά
Μετάφραση: κατακλυσμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
oversvømmelse, Cataclysm, katastrofe, naturkatastrofe, voldsomme omvæltning, omvæltning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακλυσμός
κατακλυσμός του νώε, κατακλυσμός συνώνυμο, κατακλυσμός 2014, κατακλυσμός του δευκαλίωνα, κατακλυσμός του ωγύγου, κατακλυσμός λεξικό γλώσσας δανικά, κατακλυσμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- κατακάθι στα δανικά - sediment, sedimentet, sedimenter, bundfald, sedimentets
- κατακεραυνώνω στα δανικά - katakerafnono
- κατακλύζομαι στα δανικά - syndflod, strøm, syndfloden, deluge, oversvømme
- κατακλύζω στα δανικά - pakke, oversvømmelse, overvælde, overvælder, overmander, overmande, at overvælde
Τυχαίες λέξεις
Κατακλυσμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: oversvømmelse, Cataclysm, katastrofe, naturkatastrofe, voldsomme omvæltning, omvæltning
Μεταφράσεις: oversvømmelse, Cataclysm, katastrofe, naturkatastrofe, voldsomme omvæltning, omvæltning