Κατακλυσμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: κατακλυσμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
реабілітувати, злива, катаклізм, катастрофу, катаклизм
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακλυσμός
κατακλυσμός του νώε, κατακλυσμός συνώνυμο, κατακλυσμός 2014, κατακλυσμός του δευκαλίωνα, κατακλυσμός του ωγύγου, κατακλυσμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατακλυσμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατακάθι στα ουκρανικά - осадок, осад, відстій, відкладення, осідань
- κατακεραυνώνω στα ουκρανικά - лозина, katakerafnono
- κατακλύζομαι στα ουκρανικά - бомбардуйте, потоп, повінь
- κατακλύζω στα ουκρανικά - розлиття, пака, бомбардуйте, розлив, короб, повідь, повінь, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατακλυσμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: реабілітувати, злива, катаклізм, катастрофу, катаклизм
Μεταφράσεις: реабілітувати, злива, катаклізм, катастрофу, катаклизм