Κολασμένος στα δανικά
Μετάφραση: κολασμένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forbandet, Damned, forbandede, fordømte, fordømt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολασμένος
κολασμένος κορμός με 3 υλικά, κολασμένος λεξικό γλώσσας δανικά, κολασμένος στα δανικά
Μεταφράσεις
- κολακευτικός στα δανικά - adulatory
- κολακεύω στα δανικά - smigre, blarney, af Blarney, i Blarney
- κολασμός στα δανικά - straf, afstraffelse, straffen, straffe
- κολεγιακός στα δανικά - Preppy, sirlige
Τυχαίες λέξεις
Κολασμένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forbandet, Damned, forbandede, fordømte, fordømt
Μεταφράσεις: forbandet, Damned, forbandede, fordømte, fordømt