Κολασμένος στα εσθονικά
Μετάφραση: κολασμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hukkamõistetud, neetud, kuradi, neetult, äraneetud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολασμένος
κολασμένος κορμός με 3 υλικά, κολασμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, κολασμένος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κολακευτικός στα εσθονικά - meelitav, ülistav
- κολακεύω στα εσθονικά - lipitsema, blarney, Mairittelu, Make, Make abil
- κολασμός στα εσθονικά - needmine, hukatus, needus, karistus, karistuse, karistamise, karistust, ...
- κολεγιακός στα εσθονικά - kollegiaalne, preppy
Τυχαίες λέξεις
Κολασμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hukkamõistetud, neetud, kuradi, neetult, äraneetud
Μεταφράσεις: hukkamõistetud, neetud, kuradi, neetult, äraneetud