Κράμα στα δανικά
Μετάφραση: κράμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
metal, legering, legeret, legeringen, alu, legeringer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράμα
κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα ψευδάργυρου, κράμα αλουμινίου, κράμα χαλκού, κράμα λευκωσία, κράμα λεξικό γλώσσας δανικά, κράμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κούφιος στα δανικά - hul, hule, hult
- κράζω στα δανικά - skrig, screech, skrige, hvin, hvine
- κράμβη στα δανικά - voldtægt, raps, rybs-, rybsfrø, raps-
- κράμπα στα δανικά - krampe, kramper, snære, cramp, skruetvinge
Τυχαίες λέξεις
Κράμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: metal, legering, legeret, legeringen, alu, legeringer
Μεταφράσεις: metal, legering, legeret, legeringen, alu, legeringer