Κράμα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κράμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
легура, алуминиумски, од легура, легури, легирани
Κράμα στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κράμα

κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα ψευδάργυρου, κράμα αλουμινίου, κράμα χαλκού, κράμα λευκωσία, κράμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κράμα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κούφιος στα σλαβομακεδονικά - шупливи, шупливо, шуплива, шуплив, празни
  • κράζω στα σλαβομακεδονικά - крикнала, ПИСОК
  • κράμβη στα σλαβομακεδονικά - силувањето, силување, силувања, за силување, репка
  • κράμπα στα σλαβομακεδονικά - грч, грчеви
Τυχαίες λέξεις
Κράμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: легура, алуминиумски, од легура, легури, легирани