Κυκλοφορία στα δανικά
Μετάφραση: κυκλοφορία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
trafik, omløb, cirkulation, omsætning, omsaetning, omsættes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυκλοφορία
κυκλοφορία περιοδικών, κυκλοφορία του αίματος, κυκλοφορία συνώνυμα, κυκλοφορία αθλητικών εφημερίδων, κυκλοφορία πλοίων, κυκλοφορία λεξικό γλώσσας δανικά, κυκλοφορία στα δανικά
Μεταφράσεις
- κυκλικός στα δανικά - rund, cirkulære, cirkulær, cirkulært, cirkelformet, cirkulæret
- κυκλοθυμικός στα δανικά - Moody, humørsyg, lunefuld, lunefuldt, ustadig
- κυκλοφοριακός στα δανικά - circulative
- κυκλοφορώ στα δανικά - befri, udelade, frigive, cirkulere, cirkulerer, at cirkulere, omsættes, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφορία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: trafik, omløb, cirkulation, omsætning, omsaetning, omsættes
Μεταφράσεις: trafik, omløb, cirkulation, omsætning, omsaetning, omsættes