Κυκλοφορία στα ουγγρικά

Μετάφραση: κυκλοφορία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vérkeringés, közlekedés, keringés, forgalomban, cirkulációs, forgalomból, forgalomba bocsátás
Κυκλοφορία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυκλοφορία

κυκλοφορία περιοδικών, κυκλοφορία του αίματος, κυκλοφορία συνώνυμα, κυκλοφορία αθλητικών εφημερίδων, κυκλοφορία πλοίων, κυκλοφορία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κυκλοφορία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κυκλικός στα ουγγρικά - kör alakú, körlevél, körkörös, kör, kerek
  • κυκλοθυμικός στα ουγγρικά - temperamentumos, rosszkedvű, kedvetlen, Moody, a Moody, Mordon
  • κυκλοφοριακός στα ουγγρικά - keringési, circulative
  • κυκλοφορώ στα ουγγρικά - hengerüreg, levizsgázás, eleresztés, tulajdon-átruházás, átfutás, engedély, kézmozdulat, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφορία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vérkeringés, közlekedés, keringés, forgalomban, cirkulációs, forgalomból, forgalomba bocsátás