Κυκλοφορία στα τούρκικα

Μετάφραση: κυκλοφορία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
trafik, devir, dolaşım, sirkülasyon, dolaşımı, sirkülasyonu, sirkülasyonlu
Κυκλοφορία στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυκλοφορία

κυκλοφορία περιοδικών, κυκλοφορία του αίματος, κυκλοφορία συνώνυμα, κυκλοφορία αθλητικών εφημερίδων, κυκλοφορία πλοίων, κυκλοφορία λεξικό γλώσσας τούρκικα, κυκλοφορία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • κυκλικός στα τούρκικα - yuvarlak, dairesel, daire, dairesel bir
  • κυκλοθυμικός στα τούρκικα - karamsar, moody, huysuz, hüzünlü bir, karamsar bir
  • κυκλοφοριακός στα τούρκικα - circulative, dolaşımsaldır, dolaşımsal, dolaşımsal bir, dolaşımsal gidiş
  • κυκλοφορώ στα τούρκικα - olmak, makbuz, dolaştırmak, sirküle, dolaşmaya, dolaşımını, dolaşıma
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφορία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: trafik, devir, dolaşım, sirkülasyon, dolaşımı, sirkülasyonu, sirkülasyonlu