Λιάζομαι στα δανικά
Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dase, sole sig, sole, metalkugler
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιάζομαι
λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας δανικά, λιάζομαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- ληστεία στα δανικά - røveri, røverier, tyveri, røveriet, overfald
- ληστεύω στα δανικά - plyndre, røve, Rob, berøve, stjæle
- λιανικός στα δανικά - detail, detailhandel, detailleddet, detail-, detailhandelen
- λιβάδι στα δανικά - eng, meadow, engen
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dase, sole sig, sole, metalkugler
Μεταφράσεις: dase, sole sig, sole, metalkugler