Λιάζομαι στα ρωσικά

Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наслаждаться, греться, погреться, греются, купаться
Λιάζομαι στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιάζομαι

λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας ρωσικά, λιάζομαι στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ληστεία στα ρωσικά - хулиганство, грабеж, грабёж, зубрежка, ограбление, кража, разбой, ...
  • ληστεύω στα ρωσικά - отнимать, обкрадывать, лишать, грабить, ограбить, обобрать, обирать, ...
  • λιανικός στα ρωσικά - розница, розничный, розничная торговля, розничная, розницу, розничной, в розницу
  • λιβάδι στα ρωσικά - луг, щелочь, лужайка, луга, луговина, выгон, лугу, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: наслаждаться, греться, погреться, греются, купаться