Λιάζομαι στα εσθονικά
Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peesitama, nautima, peesitada, peesitama on, päiksevannide, bask
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιάζομαι
λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, λιάζομαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ληστεία στα εσθονικά - röövimine, röövimise, röövi, rööv, röövimiste
- ληστεύω στα εσθονικά - robert, röövima, Rob, röövida, röövivad, ilma jätma
- λιανικός στα εσθονικά - jaemüük, jae, jaemüügi, jae-, jaemüügiks
- λιβάδι στα εσθονικά - niit, luht, heinamaa, aas, niidu, lagendik
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: peesitama, nautima, peesitada, peesitama on, päiksevannide, bask
Μεταφράσεις: peesitama, nautima, peesitada, peesitama on, päiksevannide, bask