Λιάζομαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bask, að bask
Λιάζομαι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιάζομαι

λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λιάζομαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ληστεία στα ισλανδικά - rán
  • ληστεύω στα ισλανδικά - ræna, pretta, að pretta, prettið, Rob
  • λιανικός στα ισλανδικά - smásölu, smásala, verslun, verslunar, smásöluverð
  • λιβάδι στα ισλανδικά - engi, Meadow, túninu, engireit, túnin á Núpsstað
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bask, að bask