Λιάζομαι στα κροατικά
Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uživati, sunčati, sunčati se, grijati, grijati se
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιάζομαι
λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας κροατικά, λιάζομαι στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ληστεία στα κροατικά - pljačka, otimačina, krađa, pljačke, razbojstvo, razbojništvo, razbojništva
- ληστεύω στα κροατικά - okrasti, opljačkati, krasti, poharati, orobiti, pokrasti, pljačkati
- λιανικός στα κροατικά - prepričavati, prodavati, maloprodaja, trgovina na, na malo, trgovina na malo, maloprodaji
- λιβάδι στα κροατικά - livada, livadskim, utrina, poljana
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: uživati, sunčati, sunčati se, grijati, grijati se
Μεταφράσεις: uživati, sunčati, sunčati se, grijati, grijati se