Λιάζομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: λιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyhřívat, slunit se, vyhřívat se, slunit, hřát
Λιάζομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιάζομαι

λιάζομαι συνώνυμο, λιάζομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, λιάζομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ληστεία στα τσεχικά - loupež, loupežnictví, lupičství, krádež, přepadení, loupeže, loupeží, ...
  • ληστεύω στα τσεχικά - oloupit, loupežit, vyloupit, okrást, ukrást, vykrást, loupit, ...
  • λιανικός στα τσεχικά - maloobchodní, maloobchod, prodejny, maloobchodu, maloobchodních
  • λιβάδι στα τσεχικά - louka, meadowy, luční, louky, louce
Τυχαίες λέξεις
Λιάζομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyhřívat, slunit se, vyhřívat se, slunit, hřát