Παλαιστής στα δανικά

Μετάφραση: παλαιστής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
wrestler, bryder, bryderen
Παλαιστής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλαιστής

12χρονος παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, γιάννης παλαιστής, σαμψών παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, παλαιστής λεξικό γλώσσας δανικά, παλαιστής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παλαβός στα δανικά - daredevil, vovehals, halsbrækkende, vovehals af
  • παλαιοντολόγος στα δανικά - palæontolog, palæontologen, paleontolog, paleontologist
  • παλαιός στα δανικά - gammel, gamle, gammelt, old, ældre
  • παλεύω στα δανικά - kamp, kampen, bekæmpelse, bekæmpelsen
Τυχαίες λέξεις
Παλαιστής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: wrestler, bryder, bryderen