Παλαιστής στα ουγγρικά
Μετάφραση: παλαιστής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
birkózó, pankrátor, wrestler, birkózónak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλαιστής
12χρονος παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, γιάννης παλαιστής, σαμψών παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, παλαιστής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, παλαιστής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- παλαβός στα ουγγρικά - bohóckodó, fenegyerek, vakmerő, Daredevil, fenegyerekét, fenegyereket
- παλαιοντολόγος στα ουγγρικά - paleontológus, paleontológusa, őslénykutató
- παλαιός στα ουγγρικά - vén, ó, öreg, régi, a régi, éves, idős
- παλεύω στα ουγγρικά - horgony, birkózás, kihorgonyzás, harc, küzdelem, küzdelemben, küzdelmet, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλαιστής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: birkózó, pankrátor, wrestler, birkózónak
Μεταφράσεις: birkózó, pankrátor, wrestler, birkózónak