Παλαιστής στα λιθουανικά
Μετάφραση: παλαιστής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
imtynininkas, wrestler, kovotojai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλαιστής
12χρονος παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, γιάννης παλαιστής, σαμψών παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, παλαιστής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παλαιστής στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παλαβός στα λιθουανικά - drąsuolis, nutrūktgalvis, Daredevil, nutrūktgalviškas, beprotiškai drąsus
- παλαιοντολόγος στα λιθουανικά - paleontologas, Paleontolog
- παλαιός στα λιθουανικά - senas, senyvas, amžiaus, m, seną, moters
- παλεύω στα λιθουανικά - kova, kovos, kovą, kovoti, kovai
Τυχαίες λέξεις
Παλαιστής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: imtynininkas, wrestler, kovotojai
Μεταφράσεις: imtynininkas, wrestler, kovotojai