Παλαιστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: παλαιστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
боротися, боротьба, борець
Παλαιστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλαιστής

12χρονος παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, γιάννης παλαιστής, σαμψών παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, παλαιστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παλαιστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • παλαβός στα ουκρανικά - блазень, сміливець, смільчак
  • παλαιοντολόγος στα ουκρανικά - палеонтолог
  • παλαιός στα ουκρανικά - давній, стародавній, старий, старе, Параметри теми Старий, View Blog Старий, стара
  • παλεύω στα ουκρανικά - спотворювати, виривати, вивертати, викидати, боротьба, боротьби
Τυχαίες λέξεις
Παλαιστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: боротися, боротьба, борець