Παλαιστής στα ολλανδικά

Μετάφραση: παλαιστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
worstelaar, wrestler, De worstelaar, worstelaar van, worstelaars
Παλαιστής στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλαιστής

12χρονος παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, γιάννης παλαιστής, σαμψών παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, παλαιστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παλαιστής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παλαβός στα ολλανδικά - waaghals, Daredevil, durfal, halsbrekende, roekeloze
  • παλαιοντολόγος στα ολλανδικά - palaeontoloog, paleontologist, paleontoloog, de paleontoloog, paleontoloog te
  • παλαιός στα ολλανδικά - vroeger, vergevorderd, verleden, voorafgaand, voorgaand, bejaard, vorig, ...
  • παλεύω στα ολλανδικά - kampen, beetnemen, pakken, beetpakken, worstelen, gevecht, strijd, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλαιστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: worstelaar, wrestler, De worstelaar, worstelaar van, worstelaars