Τσιγκουνεύομαι στα δανικά
Μετάφραση: τσιγκουνεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tørn, stint
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνεύομαι
τσιγκουνεύομαι λεξικό γλώσσας δανικά, τσιγκουνεύομαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- τσιγαρίζω στα δανικά - saute, sauter, petersfisk
- τσιγκλώ στα δανικά - Ciglane
- τσιγκουνιά στα δανικά - grådighed, griskhed, nærighed, niggardliness
- τσιγκούνης στα δανικά - betyde, tynd, mene, gennemsnitlig, mager, nærig, nærige, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνεύομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tørn, stint
Μεταφράσεις: tørn, stint