Τσιγκουνεύομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: τσιγκουνεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megszorítás, megszorít, etapban, kitérő
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνεύομαι
τσιγκουνεύομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τσιγκουνεύομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τσιγαρίζω στα ουγγρικά - pirított, Saute, a Saute
- τσιγκλώ στα ουγγρικά - Ciglane
- τσιγκουνιά στα ουγγρικά - niggardliness
- τσιγκούνης στα ουγγρικά - sovány, középút, fösvény, középérték, fukar, zsugori, szúrós
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνεύομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megszorítás, megszorít, etapban, kitérő
Μεταφράσεις: megszorítás, megszorít, etapban, kitérő