Τσιγκουνεύομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: τσιγκουνεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šykštauti, pašykštėti, stint, Skopoties, šykštėti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνεύομαι
τσιγκουνεύομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τσιγκουνεύομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τσιγαρίζω στα λιθουανικά - pakepinti, saute, Sauté
- τσιγκλώ στα λιθουανικά - maišas, Ciglane
- τσιγκουνιά στα λιθουανικά - gobšumas, godumas, šykštumas
- τσιγκούνης στα λιθουανικά - šykštus, menkas, šykštūs, negausus
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνεύομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šykštauti, pašykštėti, stint, Skopoties, šykštėti
Μεταφράσεις: šykštauti, pašykštėti, stint, Skopoties, šykštėti