Τσιγκουνεύομαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: τσιγκουνεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stint, spaarzaam, stint van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνεύομαι
τσιγκουνεύομαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τσιγκουνεύομαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τσιγαρίζω στα ολλανδικά - bak, saute, bak de, van Saute, sauteer
- τσιγκλώ στα ολλανδικά - tas, bonzen, zak, Ciglane
- τσιγκουνιά στα ολλανδικά - inhaligheid, schraperigheid, vrekkigheid, gierigheid, niggardliness
- τσιγκούνης στα ολλανδικά - schraal, vrekkig, schraperig, gemiddeld, mager, inhalig, betekenen, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνεύομαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: stint, spaarzaam, stint van
Μεταφράσεις: stint, spaarzaam, stint van