Υλισμός στα δανικά

Μετάφραση: υλισμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
materialisme, materialismen, materialismens, materialismes
Υλισμός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υλισμός

υλισμός ορισμός, υλισμός ιδεαλισμός, χυδαίος υλισμός, ιστορικόσ υλισμόσ, μηχανιστικός υλισμός, υλισμός λεξικό γλώσσας δανικά, υλισμός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • υιοθετώ στα δανικά - vedtage, vedtager, træffe, at vedtage, indføre
  • υιός στα δανικά - søn, son, sřn, sønnen
  • υλιστικός στα δανικά - materialistiske, materialistisk, materielt
  • υλοποιούμαι στα δανικά - ylopoioumai
Τυχαίες λέξεις
Υλισμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: materialisme, materialismen, materialismens, materialismes