Υλισμός στα πολωνικά

Μετάφραση: υλισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
materializm, materializmu, materializmem, materializmowi
Υλισμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υλισμός

υλισμός ορισμός, υλισμός ιδεαλισμός, χυδαίος υλισμός, ιστορικόσ υλισμόσ, μηχανιστικός υλισμός, υλισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, υλισμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • υιοθετώ στα πολωνικά - przysposabiać, wychowywać, przedsiębrać, przysposobić, wyniańczyć, przyswajać, zaadoptować, ...
  • υιός στα πολωνικά - syn, synek, zięć, syna, synem, synu, son
  • υλιστικός στα πολωνικά - materialistyczny, materialistyczne, materialistyczna, materialistycznego, materialistycznej
  • υλοποιούμαι στα πολωνικά - urzeczywistniać, wyobrażać, spieniężać, uświadamiać, spieniężyć, realizować, ylopoioumai
Τυχαίες λέξεις
Υλισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: materializm, materializmu, materializmem, materializmowi