Υλισμός στα τούρκικα

Μετάφραση: υλισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
materyalizm, materyalizmin, materyalizmi, maddecilik
Υλισμός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υλισμός

υλισμός ορισμός, υλισμός ιδεαλισμός, χυδαίος υλισμός, ιστορικόσ υλισμόσ, μηχανιστικός υλισμός, υλισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, υλισμός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • υιοθετώ στα τούρκικα - beslemek, benimsemek, kabul, benimsemeye, benimsenmesi, benimseyen
  • υιός στα τούρκικα - oğul, oğlum, oğlu, son, evlat
  • υλιστικός στα τούρκικα - maddi, materyalist, maddeci, materyalistik, materyalist bir
  • υλοποιούμαι στα τούρκικα - anlamak, ylopoioumai
Τυχαίες λέξεις
Υλισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: materyalizm, materyalizmin, materyalizmi, maddecilik