Υλισμός στα φινλανδικά
Μετάφραση: υλισμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
materialismi, materialismin, materialismia, materialismiin, materialismista
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υλισμός
υλισμός ορισμός, υλισμός ιδεαλισμός, χυδαίος υλισμός, ιστορικόσ υλισμόσ, μηχανιστικός υλισμός, υλισμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, υλισμός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- υιοθετώ στα φινλανδικά - saada, huolehtia, ottaa, hoivata, omaksua, käydä, hyväksyä, ...
- υιός στα φινλανδικά - poika, poikansa, pojan, poikani
- υλιστικός στα φινλανδικά - materialistinen, materialistisen, materialistista, materialistisia, materialistisesta
- υλοποιούμαι στα φινλανδικά - tajuta, ansaita, käsittää, toteuttaa, ylopoioumai
Τυχαίες λέξεις
Υλισμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: materialismi, materialismin, materialismia, materialismiin, materialismista
Μεταφράσεις: materialismi, materialismin, materialismia, materialismiin, materialismista