Άμβλωση στα εσθονικά

Μετάφραση: άμβλωση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nurjumine, abort, abordi, aborti, abortide, aborte
Άμβλωση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άμβλωση

άμβλωση λεξικό γλώσσας εσθονικά, άμβλωση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • άλσος στα εσθονικά - salu, Grove, hiis, metsasallu, salus
  • άμαξα στα εσθονικά - treenima, tõld, diivan, hoiak, kelk, vedu, veo, ...
  • άμεμπτος στα εσθονικά - süütu, laitmatu, laitmatud, laitmatuna, süüta
  • άμεσος στα εσθονικά - edasilükkamatu, kiire, otsene, otsese, otseselt, otsest, otseste
Τυχαίες λέξεις
Άμβλωση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: nurjumine, abort, abordi, aborti, abortide, aborte