Άμβλωση στα τούρκικα

Μετάφραση: άμβλωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kürtaj, düşük, abortus, düşüğün, kürtajın
Άμβλωση στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άμβλωση

άμβλωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, άμβλωση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • άλσος στα τούρκικα - koru, grove, bahçesi, korusu, korusuyla
  • άμαξα στα τούρκικα - fayton, otobüs, araba, taşıma, carriage, arabası, taşıyıcısı
  • άμεμπτος στα τούρκικα - suçsuz, blameless, kusursuz, masum, hatasız olmaktan
  • άμεσος στα τούρκικα - direkt, doğrudan, direk, doğrudan bir
Τυχαίες λέξεις
Άμβλωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kürtaj, düşük, abortus, düşüğün, kürtajın