Άμβλωση στα νορβηγικά
Μετάφραση: άμβλωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
abort
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμβλωση
άμβλωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, άμβλωση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- άλσος στα νορβηγικά - lund, skogholt, lunden, grove
- άμαξα στα νορβηγικά - vogn, trene, transport, vognen, befordring
- άμεμπτος στα νορβηγικά - ulastelige, ulastelig, uklanderlig, ustraffelige, blameless
- άμεσος στα νορβηγικά - direkte, med direkte, telefon med direkte
Τυχαίες λέξεις
Άμβλωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: abort
Μεταφράσεις: abort