Διαφθείρω στα εσθονικά

Μετάφραση: διαφθείρω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rikkuma, korrumpeerunud, paheline, halvale teele saatma, kõlbeliselt rikkuma
Διαφθείρω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφθείρω

διαφθείρω αοριστοσ, διαφθείρω αρχικοι χρονοι αρχαια, διαφθείρω αρχικοι χρονοι, διαφθείρω λεξικο, διαφθείρω συνώνυμο, διαφθείρω λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαφθείρω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διαφημίζω στα εσθονικά - reklaamima, kuulutama, reklaamida, reklaami, reklaamite, reklaamimiseks
  • διαφημιστικός στα εσθονικά - reklaam, reklaamimine, reklaami, Advertising, reklaamkingitused, reklaamis
  • διαφθορά στα εσθονικά - rikutus, müüdavus, äraostetavus, korruptsioon, korruptsiooni, korruptsiooniga, korruptsioonivastase, ...
  • διαφορά στα εσθονικά - muutus, erinevus, lahkarvamus, vahe, erinevust, erinevuse, erinev
Τυχαίες λέξεις
Διαφθείρω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rikkuma, korrumpeerunud, paheline, halvale teele saatma, kõlbeliselt rikkuma